Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

οι προφορικές εξετάσεις

См. также в других словарях:

  • προφορικός — ή, ό / προφορικός, ή, ον, ΝΜΑ [προφορά] αυτός που εκφράζεται με προφορά, με εκφώνηση, σε αντιδιαστολή προς τον ενδιάθετο ή τον γραπτό (α. «προφορικές εξετάσεις» β. «καὶ τοῡ ἐνδιαθέτου λόγου καὶ τοῡ προφορικοῡ», Πλούτ. γ. «ἀνθρωπινωτέρως… …   Dictionary of Greek

  • μούσκεμα — το, ατος 1. το βρέξιμο, το πότισμα με νερό: Το μούσκεμα των ρούχων. 2. ο πολύ βρεγμένος: Έπεσε στη λίμνη κι έγινε μούσκεμα. 3. μτφ., παταγώδης αποτυχία: Τα ’κανε μούσκεμα στις προφορικές εξετάσεις …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • προφορικός — ή, ό 1. αυτός που γίνεται ή λέγεται με λόγια, με ζωντανή φωνή: Προφορική εξέταση. 2. το ουδ. στον πληθ. ως ουσ., προφορικά προφορικές εξετάσεις: Στα προφορικά έχω μικρό βαθμό …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»